- Αλλού του δείχνει και αλλού του μπήχνει.
- Αναγέλασε ο μιξιάρης τον καημένο το σαλιάρη.
- Αναγελούμε (ή εμείς γελούμε) δεκαοχτώ και μας γελούνε χίλιοι.
- Ασκιά φουσκωμένα μου πουλάς, με το ζύγι τα αγοράζω.
- Αυτά που γελούσαμε τα λουστήκαμε.
- Γειά σου και χαρά σ’, κι ένας γάιδαρος μπροστά σ’!
- Γέλασε η κατσίκα που φάνηκε της προβατίνας ο κώλος.
- Εγελούσε με εμένα έσκασα και εγώ στα γέλια.
- Εγώ γελάω δώδεκα και δεκατρείς εμένα.
- Ειπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
- Έκατσε η τσουκάλα και γελάει η κουτάλα.
- Εκορόιδευε ο μυξιάρης τον καημένο το σαλιάρη.
- Η κοροϊδία συγχωρείται δυσκολότερα από τη βρισιά.
- Κάθεται η τσιμπλού στη στράτα και γελάει τη μαυρομάτα.
- Κάθεται το κουρούπι και περιγελάει το καζάνι.
- Κάθισε η πομπή στη στράτα και πομπεύει τούς διαβάτες.
- Κάλλια της γης κατάλυμα, παρά του κόσμου γέλιο.
- Κορόιδεψε το θρύψαλο, τη σπασμένη κατσαρόλα.
- Κουρεμάδι γίδι που πας στο πανηγύρι.
- Με γέλασες και δείπνησες,μα δε θα κολατσίσεις.
- Μη γελάς, μην γελαστείς, μην έρθει ο καιρός και το νιφτείς.
- Μην κατακρίνεις και κριθείς κι αναγελάς και πάθεις.
- Μου ’ριξε στάχτη στα μάτια…(Με ξεγέλασε).
- Ο αράπης τον αράπη μαυροτσούκαλο τον λέει.
- Ο έξυπνος αν γελαστεί για λίγο δε γελιέται…(την πατάει άσχημα…).
- Όποιος άλλον περιπαίζει, δεν μένει και αυτός ακορόιδευτος.
- Όποιος γελάει μια φορά ανάθεμα κι όποιος δυό φορές θεός σχωρέσ'τον.
- Όποιος γελά με το πάθημα των αλλονών, έχει το δικό του πίσω από την πόρτα.
- Όποιος δείχνει το κακό του άλλου,το δικό του είναι κοντά.
- Όποιος δεν θέλει να τον κοροϊδεύουν,δεν κοροϊδεύει.
- Όποιος θέλει να γελιέται, βρίσκει και τονέ γελούν.
- Όποιος κάνει χωρατά.πρέπει και να τα δέχεται.
- Όποιος κοροϊδεύει, κοροϊδεύει τα μούτρα του.
- Όποιος κοροϊδεύει μια φορά, ανάθεμα τον,κι όποιος δυο φορές θεός σχωρέστον..
- Όποιος κοροϊδεύει τον δικό του, κοροϊδεύει τον εαυτό του
- Όποιος με γελάσει μια φορά ανάθεμα το κεφάλι του. Όποιος με γελάσει δυο και τρεις ανάθεμα το κεφάλι μου.
- Όποιος μια φορά με γελάσει τον βρίζω,αν με γελάσει δυο φορές τον ευχαριστώ.
- Όποιος πουλάει το σπίτι του γελάνε τα κεραμίδια .
- Όποιος τον άλλον περιγελά, δείχνει πώς τον αψηφά.
- Ότι γελάσεις (κοροϊδέψεις),θα σου ξημερώσει.
- Ότι κοροϊδεύεις,γρήγορα θα το λουστείς.
- Ότι κοροϊδεύεις, γρήγορα το γεύεσαι.
- Ότι κοροϊδεύεις,γρήγορα το λούζεσαι.
- Ότι χόρτο κοροϊδέψεις, θα φυτρώσει στην αυλή σου.
- Σ'αγαπάει σαν το χιόνι στον κόρφο του.
- Τον έχουν του κλότσου και του μπάτσου.
- Τον πιάσανε στα πράσσα.
- Τόσο σε αγαπώ καλέ μου, που ξέχασα το όνομά σου.
- Του κόσμου ο περίγελος αναγελά τον κόσμο. (Το θράσος των ανάξιων).
- Το χόρτο που αναγελάς, στην πόρτα σου φυτρώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου